Αποτελεί πρόκληση στον υπέρτατο βαθμό η αντιμετώπιση των Τραπεζιτών από τη Κυβέρνηση, την ώρα μάλιστα που αυτοί ατομικά (Εθνική, Εurobank, ΑLPHA κ.α.) και δια του συλλογικού οργάνου τους, της Ένωσης Ελλήνων Τραπεζών (ΕΕΤ) στρέφονται κατά των εργαζόμενων, κατά των θεσμών και κατά των νόμων που ρυθμίζουν τις Ελεύθερες Συλλογικές διαπραγματεύσεις, τη μεσολάβηση και τη διαιτησία.
Βεβαίως οι Τράπεζες ως επιχειρήσεις δυναμικές και ανταγωνιστικές, ως “ατμομηχανές” της οικονομίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να αφεθούν στην τύχη τους όταν σε όλο τον κόσμο λαμβάνονται μέτρα υποστήριξής τους.
Η ανάγκη αυτή όμως δεν πρέπει να σημαίνει την έναρξη ενός νέου φαγοποτιού με τους δημόσιους πόρους αυτή τη φορά και δεν μπορεί και δεν πρέπει να οδηγήσει στην ατιμωρησία και τον καθαγιασμό και των προσώπων και των πρακτικών τους που έφεραν τα πιστωτικά ιδρύματα σε αυτή τη κατάσταση.
Οι εγγυήσεις του δημόσιου πρέπει να δοθούν υπό πολλές και σαφείς προϋποθέσεις και ανοιχτές και διάφανες διαδικασίες, οι οποίες θα εγγυώνται ότι θα λειτουργήσουν υπέρ των δανειοληπτών και υπέρ των φορολογουμένων.
Οι επιπτώσεις της κρίσης για την οικονομία και την κοινωνία απαιτούν ταυτόχρονα με την κρατική στήριξη των τραπεζών να διατεθεί ένα αντίστοιχο ποσό για την προστασία των δανειοληπτών στεγαστικών δανείων με χαμηλά εισοδήματα, για την ενίσχυση των κοινωνικών δαπανών και για την υποστήριξη της πραγματικής οικονομίας.
Πριν από οποιαδήποτε παροχή εγγύησης η Κυβέρνηση οφείλει:
-Να υποχρεώσει τους Τραπεζίτες να αποσύρουν τις αγωγές τους κατά συνδικάτων και θεσμών, να σεβαστούν τις διαιτητικές αποφάσεις.
ΝΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΕΙ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΟΥΣ ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΙΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ και τώρα και στο μέλλον.
-Να υποχρεώσει τις Τράπεζες να αναρτήσουν στο διαδίκτυο όλα τα “κρυφά” στοιχεία του ισολογισμού των ιδίων και των εταιρειών των ΟΜΙΛΩΝ ΤΟΥΣ (“τοξικά” και άλλα επενδυτικά προϊόντα, μεταφορά κερδοφορίας του μέλλοντος στις παρούσες χρήσεις ανοιχτές γραμμές χρηματοδοτήσεων, asset και εγγυήσεις κ.α..) Μόνο έτσι θα υπάρξει ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ, η οποία αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την εμπιστοσύνη ώστε να γνωρίζουν πολιτεία και πολίτες και να αρχίσει να λειτουργεί η διατραπεζική αγορά.
-Να εγκαταλειφθούν οι εμμονές- προφανώς λόγω ιδεοληπτικών αγκυλώσεων- ότι το κράτος (το οποίο θυμούνται όλοι και προσφεύγουν στις κρίσεις του συστήματος) δε μπορεί να συμμετέχει στην ιδιοκτησιακή σύνθεση των τραπεζών. Όταν το δημόσιο αγοράζει κεφάλαιο ΟΦΕΙΛΕΙ να παίρνει ΚΟΙΝΕΣ ΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΨΗΦΟΥ μετοχές και όχι προνομιούχες άνευ δικαιωμάτων και επιπλέον μέσω νέων εκδόσεων και όχι μέσω εξαγοράς των υφιστάμενων.
Οι Τράπεζες που θα προσφεύγουν στην παρεχομένη από το δημόσιο ρευστότητα οφείλουν να πληρώνουν τουλάχιστον το κόστος της για τους Έλληνες φορολογούμενους πλέον ενός premium κινδύνου και να παρέχουν ως εξασφαλίσεις τμήμα των εξυπηρετούμενων δανείων που χορήγησαν ή θα χορηγήσουν.
Να εξεταστεί η δυνατότητα η παροχή ρευστότητας να γίνει μέσω της αποπληρωμής από το Δημόσιο μέρους των δανειακών υποχρεώσεων των δανειοληπτών για ΠΡΩΤΗ κατοικία και τη μεταβίβαση της οφειλής στο Δημόσιο, η εξόφληση της οποίας θα γίνει μέσω της φορολογικής διαδικασίας με επιμήκυνση του χρόνου καταβολής και με μείωση των επιτοκίων. Αυτή μπορεί να είναι μέθοδος και παροχής ρευστότητας και στοχευμένης κοινωνικής πολιτικής προς κοινωνικές κατηγορίες μικρής και μεσαίας εισοδηματικής δυνατότητας.
-Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνιέται ότι το ίδιο μπορεί να γίνει και με τις καταναλωτικά δάνεια τα οποία επιβαρύνονται με επιτόκια της τάξης του 18-20% και να υπάρξει πρόβλεψη ότι ένα σημαντικό μέρος της παρεχόμενης ρευστότητας θα διοχετευθεί υποχρεωτικά προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις .
-Για κάθε ευρώ που δαπανάται για την στήριξη των τραπεζών πρέπει να δαπανηθεί ένα αντίστοιχο ποσό που θα προστατεύσει την κοινωνία από τις επιπτώσεις της κρίσης και θα ενισχύσει την πραγματική οικονομία.