31/3/2017
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η ΓΣΕΕ ΖΗΤΑ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΔΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ –
ΚΡΙΣΙΜΗ Η ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΣΕ
Η τραγική κατάσταση σύγχρονης δουλείας και καταναγκαστικής εργασίας στον αγροτικό τομέα στην Ελλάδα επισφραγίσθηκε ως γεγονός με την ομόφωνη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) για τους εργάτες γης της Μανωλάδας, των οποίων η ίδια η ζωή απειλήθηκε όταν διεκδίκησαν ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και τα δεδουλευμένα τους.
Η απόφαση του ΕΔΔΑ, με την οποία διαπιστώνεται παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου από τη μη αποτελεσματική προστασία θυμάτων καταναγκαστικής εργασίας και συνθηκών εμπορίας ανθρώπων και επιδικάζεται αποζημίωση στους προσφεύγοντες, αναδεικνύει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο τις συνθήκες γαλέρας της μισθωτής εργασίας στον αγροτικό τομέα στη χώρα μας, την ανεπάρκεια της προστασίας των θυμάτων εργασιακής εκμετάλλευσης στην Ελλάδα, όπως και τη στάση και τα επιχειρήματα του ελληνικού Κράτους κατά τη διάρκεια της διαδικασίας στο Στρασβούργο σαν να μην υπήρχε ή να μην αντιλαμβανόταν την έκταση της μάστιγας αυτής.
Η ΓΣΕΕ συγχαίρει την προσπάθεια και το σθένος των προσφευγόντων αλλοδαπών εργατών γης, όπως και την αφοσίωση των οργανώσεων που ανέλαβαν τη στήριξη όλο αυτό το διάστημα και τη νομική τους εκπροσώπηση τόσο στην Ελλάδα, όσο και το Δικαστήριο του Στρασβούργου.
Η Συνομοσπονδία επανέρχεται για μία ακόμα φορά και τονίζει ότι η παραβατικότητα στην εργασία στον αγροτικό τομέα είναι ανέλεγκτη και ότι οι εργασιακές «Μανωλάδες» και η αδήλωτη εργασία εξακολουθούν να επικρατούν σε όλη την επικράτεια, καθώς παραμένουν αόρατες οι συνθήκες δουλείας και οι κίνδυνοι ακόμα και για τη ζωή των εργατών γης. Τονίζουμε ότι:
- Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ και διεθνών οργανισμών αυτή την στιγμή περίπου 500.000 μετανάστες διαμένουν στην χώρα μας χωρίς άδειες διαμονής σε ισχύ, εφόσον την τελευταία 5ετίαλόγω των συνεπειών της ύφεσης και της κρίσης έχει από-νομιμοποιηθεί το καθεστώς διαμονής τουλάχιστον 200.000 μόνιμα εγκατεστημένων μεταναστών.
- Τα ποσοστά ανασφάλιστης εργασίας, ιδίως στον πρωτογενή τομέα, υπερβαίνουν σε ορισμένες περιοχές και το 60%, αποκαλύπτοντας την πάγια κρατική και εργοδοτική ανοχή σε φαινόμενα εκτεταμένης αδήλωτης ή ανασφάλιστης εργασίας και εισφοροδιαφυγής. Η μέθοδος της ασφάλισης της μισθωτής εργασίας στην αγροτική οικονομία εργασίας με «εργόσημο», εφόσον δεν συνοδεύεται από ισχυρά κίνητρα και κυρίως αντικίνητρα προς την εργοδοτική πλευρά, έχει ως αποτέλεσμα την δραματική συρρίκνωση κατά 50% την τελευταία πενταετία ακόμη και του εξαιρετικά μικρού αριθμού των ασφαλισμένων εργατών γης στον ΟΓΑ.
- Η αδυναμία, αλλά και η απροθυμία ελέγχων από τα συναρμόδια Υπουργεία Εργασίας και Αγροτικής Ανάπτυξης και το πρακτικά ανεφάρμοστο των προβλεπόμενων ποινών στους παραβάτες εργοδότες, ιδίως σε ό,τι αφορά στην εργασία των μεταναστών χωρίς χαρτιά, διαμορφώνει ένα περιβάλλον ανομίας και εργασιακής βαρβαρότητας. Οι απάνθρωπες συνθήκες απασχόλησης και η συστηματική παραβίαση των κατώτατων αμοιβών, του εργάσιμου χρόνου και των συνθηκών υγείας και ασφάλειας (σε ιδιαίτερα δύσκολες καιρικές συνθήκες, όπως καύσωνα το καλοκαίρι) για τους εργάτες γης, αλλοδαπών και γηγενών, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον αυθαιρεσίας και εν γένει παραβατικότητας, το οποίο τροφοδοτεί διαχρονικά τα φαινόμενα της καταναγκαστικής εργασίας και της απασχόλησης με όρους σύγχρονης δουλείας.
- Είναι προφανές ότι οι τεράστιες διαρκείς ανάγκες σε εργατικά χέρια στον αγροτικό τομέα δεν δύνανται να καλυφθούν, ούτε με το αναχρονιστικό, ανελαστικό και ανεφάρμοστο θεσμικό πλαίσιο που διέπει, τόσο την «μετάκληση» αλλοδαπών εργατών, όσο και την απασχόληση στο πλαίσιο της εποχικής εργασίας (Ν. 4251/2014), ούτε με το ημίμετρο της «νόμιμης» εργασίας των παρατύπως διαμενόντων αλλοδαπών εργατών στην γεωργία μέχρι την απέλασή τους, όπως περιγράφεται σε, ποικιλοτρόπως αμφισβητούμενη, διάταξη του 2016 (Ν. 4384/2016).
Τα φαινόμενα αυτά συνιστούν παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων που δεσμεύουν νομικά την χώρα μας, όπως διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο του Στρασβούργου, και δεν μπορεί να συνεχιστούν.
Η ΓΣΕΕ απαιτεί, παράλληλα με την υιοθέτηση των θέσεων και προτάσεών της για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας:
α) Στη σύνθεση του αρμοδίου τριμερούς οργάνου του Υπουργείου Εργασίας για την Αδήλωτη Εργασία, που αναμένεται να θεσμοθετηθεί, να μετέχει υποχρεωτικά εκπρόσωπος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, όπως επανειλημμένα έχει ζητηθεί από τη ΓΣΕΕ.
β) να ληφθούν όλες οι απαιτούμενες κρατικές πρωτοβουλίες για την νομιμοποίηση του καθεστώτος διαμονής των χιλιάδων μεταναστών εργαζομένων που στερούνται νόμιμων τίτλων διαμονής και εργασίας συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των εργατών γης, οι οποίοι απασχολούνται με όρους εργασιακής εκμετάλλευσης στον πρωτογενή τομέα και σε όλη την επικράτεια και
γ) να κατοχυρωθεί και τυπικά η αρμοδιότητα των ελεγκτικών οργάνων της αγοράς εργασίας και να επεκταθεί η δραστηριότητά τους στον αγροτικό τομέα της χώρας, κατεύθυνση για την οποία είναι επιβεβλημένη η κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 129 “Για την επιθεώρηση εργασίας στη γεωργία”.
Τέλος η ΓΣΕΕ επισημαίνει την κρισιμότητα της νέας διάταξης του άρθρου 4 στην Εθνική Γενική ΣΣΕ του 2017, που υπεγράφη εχθές, με την οποία αναλαμβάνεται δέσμευση επαγρύπνησης και γίνεται δημόσια προτροπή για καταγραφή των περιστατικών ρατσιστικής βίας και εγκλημάτων μίσους, με σκοπό την προστασία των θυμάτων, την αυστηρή τιμωρία των δραστών και την παρακολούθηση της εξέλιξης των υποθέσεων αυτών. Η διάταξη συγκεκριμένα αναφέρει:
«Τα συμβαλλόμενα στην ΕΓΣΣΕ μέρη αναγνωρίζουν την ανάγκη νέων δράσεων για την ευαισθητοποίηση του κόσμου της εργασίας στη διαφορετικότητα, την πολυφυλετική και αλληλεξαρτώμενη σύγχρονη κοινωνία και εκφράζουν την ιδιαίτερη ανησυχία τους για τις πράξεις βίας και μίσους εξαιτίας διαφορετικών πραγματικών ή νομιζόμενων χαρακτηριστικών του εργαζομένου.
Με σκοπό τη συμβολή τους στην αποτελεσματική καταπολέμηση των φαινομένων ρατσισμού, ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας στους χώρους εργασίας τα συμβαλλόμενα μέρη επισημαίνουν την αναγκαιότητα της καταγραφής των περιστατικών ρατσιστικής βίας και ενθαρρύνουν την αναφορά τους στο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, που έχει ιδρυθεί από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου».
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ