Η φετινή Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος στοχεύει στην ευαισθητοποίηση της παγκόσμιας κοινωνίας αναφορικά με την σπατάλη τροφίμων. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), κάθε χρόνο 1,3 δισεκατομμύρια τόνοι τροφίμων πετιούνται. Αυτό είναι ισοδύναμο με το ίδιο ποσό που παράγεται σε όλη την υποσαχάρια Αφρική. Παράλληλα, 1 στους 7 ανθρώπους στον κόσμο πεινάει και περισσότερα από 20.000 παιδιά κάτω των 5 ετών πεθαίνουν καθημερινά από την πείνα.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την τεράστια ανισορροπία στον τρόπο ζωής και τις προκύπτουσες καταστροφικές συνέπειες για το περιβάλλον και τις κοινωνίες, το φετινό θέμα ενθαρρύνει πολίτες και κυβερνήσεις να αποκτήσουν μεγαλύτερη επίγνωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις επιλογές τροφίμων με στόχο την αλλαγή της συμπεριφοράς τους.
Η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων καταλαμβάνει το 25% του συνόλου των κατοικήσιμης γης και είναι υπεύθυνη για το 70% της κατανάλωσης γλυκού νερού, καθώς για παράδειγμα, απαιτούνται περίπου 1.000 λίτρα νερού για την παραγωγή 1 λίτρου γάλακτος και περίπου 16.000 λίτρα για ένα χάμπουργκερ. Η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων ευθύνεται ακόμη για το 80% της αποψίλωσης των δασών, και το 30% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Είναι η μεγαλύτερη αιτία απώλειας της βιοποικιλότητας και αλλαγής της χρήσης γης.
Η εκστρατεία ειαισθητοποίησης καλεί τους πολίτες, τους φορείς, τις κυβερνήσεις να αναλάβουν δράση και να συμβάλουν στη λήψη συλλογικών αποφάσεων για την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την παραγωγή τροφίμων.
Και για τη χώρα μας ο τομέας των τροφίμων είναι ιδιαίτερα κρίσιμος. Πρώτα απ’ όλα διότι υπάρχουν ομάδες πληθυσμού στην Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα που σιτίζονται στα συσσίτια, καθώς αδυνατούν να εξασφαλίσουν κυριολεκτικά τα προς το ζην. Υπάρχει επίσης και η διάσταση της μεγάλης εξάρτησης της χώρας από εισαγωγές τροφίμων. Παράλληλα η ορθολογική διαχείριση των υδάτων στη χώρα μας, για μια γεωργία με μικρότερο υδατικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα, αποτελούν το ζητούμενο σε μια ιστορική φάση ανυπέρβλητων δυσκολιών αλλά και μεγάλων απαιτήσεων για το μέλλον σε σχέση με την επάρκεια σε ποιότητα και ποσότητα των τροφίμων και εξορθολογσμού των τιμών τους.
Χρειάζεται εθνικός σχεδιασμός και στρατηγική για την ανάπτυξη του τομέα των τροφίμων στη χώρα μας ώστε να ανταποκρίνεται στις νέες απαιτήσεις. Ειδικότερα, η υποστήριξη από την πολιτεία νέων ανθρώπων που πλήττονται ιδιαίτερα από την ανεργία, προκειμένου να στραφούν στην πρωτογενή παραγωγή, μπορεί να συμβάλει στην βελτίωση της διατροφικής επάρκειας της χώρας και την δημιουργία απασχόλησης σε ένα τομέα ζωτικής σημασίας και κοινωνικής προστιθέμενης αξίας.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ