ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΓΣΕΕ – Υψηλού Επιπέδου Συναντήσεις: ΔΣΣ|Global Unions|ΔΝΤ|Παγκόσμια Τράπεζα

Υψηλού Επιπέδου Συναντήσεις: ΔΣΣ/Global Unions, ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα
Φεβρουάριος 2015 – Ουάσινγκτον DC

Προσέγγιση του ΔΝΤ σε θέματα αγοράς εργασίας
Εισήγηση: Γιάννης Παναγόπουλος, Πρόεδρος ΓΣΕΕ,
Ελλάδα
Εισαγωγή

Το ΔΝΤ παρέχει οικονομική βοήθεια σε εθνικές οικονομίες σε αντάλλαγμα προγραμμάτων προσαρμογής με έμφαση στη δημοσιονομική λιτότητα, την εσωτερική υποτίμηση (χαμηλότεροι μισθοί και τιμές) και τις διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας με στόχο τη βελτίωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας και τη μείωση των ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών. Από το 2008, μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, η ατζέντα λιτότητας και απορρύθμισης του ΔΝΤ προτείνεται στις εθνικές κυβερνήσεις ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο διαχείρισης της χρηματοοικονομικής κρίσης με όρους σκληρής αιρεσιμότητας.

Ιδεολογικό υποστηρικτικό πλαίσιο της προσέγγισης του ΔΝΤ στην εργασία

Η νεοφιλελεύθερη (συντηρητική) προσέγγιση του ΔΝΤ ως προς την κοινωνική νομοθεσία και την ανταγωνιστικότητα υποστηρίζει το «αφήγημα» των διαρθρωτικών αλλαγών. Η λογική της στηρίζεται στην επεξεργασία δεικτών που έχουν σχεδιαστεί για να συγκρίνουν, για παράδειγμα, τo αυστηρό πλαίσιο της νομοθεσίας για την προστασία της απασχόλησης με το στόχο που επιδιώκει να καταδείξει ότι όσο πιο αυστηρή είναι η εργατική νομοθεσία τόσο λιγότερο ευέλικτα θα μπορεί να λειτουργεί η αγορά εργασίας δημιουργώντας έτσι κατακερματισμό που είναι επιζήμιος για την απασχόληση και την ανάπτυξη.

Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής για την Ελλάδα (ΕΑΡ) και η προσέγγιση του ΔΝΤ σε θέματα αγοράς εργασίας

Τα σχόλια μου για την προσέγγιση του ΔΝΤ στην αγορά εργασίας βασίζονται στην εμπειρία μας στην Ελλάδα από την εφαρμογή της ευρείας ατζέντας του ΔΝΤ, όπως απεικονίζεται στο ΕΑΡ. Οι πρωταρχικοί του στόχοι είναι:

 να καταστεί βιώσιμο το Ελληνικό χρέος

 να επιτευχθεί ανάπτυξη που θα στηρίζεται στις εξαγωγές με ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών μέσα από την «εσωτερική υποτίμηση» αφού η πολιτική υποτίμησης του νομίσματος δεν είναι δυνατή στην ευρωζώνη

Οι εκτενείς μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν για να εξαλείψουν τις ακαμψίες της αγοράς εργασίας, κατέστησαν τους μισθούς, τις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές, δηλαδή την ευημερία των εργαζομένων και των συνταξιούχων, σε μείζονα μεταβλητή της οικονομικής προσαρμογής

α) Στην Ελλάδα, η προσέγγιση του ΔΝΤ στις αγορές εργασίας έχει λάβει τη μορφή καταναγκαστικής απορρύθμισης.

Περισσότερες από δεκαπέντε νομοθετικές πράξεις θεσμοθέτησαν περικοπές μισθών και επιδομάτων, παρεμβάσεις στη συλλογική αυτονομία, ακύρωση των εγγυήσεων του εργατικού δικαίου και τη διάβρωση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και της διαπραγματευτικής ισχύος. Παρέχοντας προνόμια στους εργοδότες, η νομοθεσία αυτή αναδιαμόρφωσε τη σχέση εργασίας εισάγοντας την κρατική παρέμβαση στον καθορισμό του κατώτατου μισθού, την αποκέντρωση της συλλογικής διαπραγμάτευσης, την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, τη διευκόλυνση των απολύσεων που στο εξής θα είναι πιο φθηνές και την ενίσχυση του διευθυντικού προνομίου στον καθορισμό των συνθηκών εργασίας. Επιπλέον, εκχώρησε συνδικαλιστικά δικαιώματα σε συλλογικά μορφώματα όπως είναι οι «ενώσεις προσώπων», σε επιχειρήσεις όπου δεν είναι δυνατή η σύσταση συνδικαλιστικής οργάνωσης. Αυτά τα κίτρινα συνδικάτα μπορούν να υπογράφουν δεσμευτικές συμβάσεις με τον εργοδότη κατά προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων συμβάσεων.

Σε μια χώρα που μαστίζεται από την ύφεση και την ανεργία, η αγορά εργασίας στην Ελλάδα είναι τώρα αρκετά ευέλικτη ώστε να ταιριάζει σε κοινωνία τύπου Άγριας Δύσης.
β) Το αποτέλεσμα ήταν ποσοστά ανεργίας που συναντάμε σε εποχές πολέμου, απολύσεις, εκτεταμένη επισφάλεια, εξαιρετικά ευέλικτες και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας, φτώχεια, καθυστερήσεις στην πληρωμή μισθών, πτώχευση επιχειρήσεων και νοικοκυριών και παραβιάσεις θεμελιωδών εργασιακών στάνταρντς και δικαιωμάτων.

Έκθεση του ΟΟΣΑ (2014) δέχεται πως η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια «άνευ προηγουμένου επιδείνωση» των συνθηκών στην αγορά εργασίας, γεγονός που επηρεάζει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ιδιαίτερα τους νέους, επιφέροντας σοβαρή κοινωνική κρίση.

Σε αριθμούς:

 εκθετική αύξηση της ανεργίας γύρω στο 26%, πολύ υψηλότερο ποσοστό από το ανώτερο ποσοστό ανεργίας της τάξεως του 15% που είχε προβλεφθεί από το ΔΝΤ. Μία στις τέσσερεις θέσεις εργασίας που υπήρχαν πριν την κρίση έχει χαθεί.

 Το ποσοστό ανεργίας των νέων είναι το υψηλότερο στην ΕΕ και βρίσκεται στο 56,7%. Οι επιπτώσεις στις γυναίκες είναι δυσανάλογες.

 Πάνω από το 70% των ανέργων εξακολουθεί να είναι δίχως θέση εργασίας για περισσότερο από ένα έτος και σχεδόν το μισό για περισσότερο από δύο έτη οδηγώντας σε μακροχρόνιο κοινωνικό αποκλεισμό.
 Πάνω από το ένα τρίτο των Ελληνικών νοικοκυριών είναι βυθισμένα στη φτώχεια και το χρέος καθώς οι περικοπές μισθών και οι αυξήσεις φόρων εξάντλησαν το διαθέσιμο εισόδημα. 44% των Ελλήνων ζουν σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας.
 Οξύνθηκε/διευρύνθηκε η παιδική φτώχεια
 Οι εκτεταμένες περικοπές δαπανών σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες και αγαθά αποδυνάμωσαν το κοινωνικό δίχτυ ασφάλειας και επιδείνωσαν τους δείκτες βιοτικού επιπέδου, κοινωνικής δικαιοσύνης, στέγασης, παιδείας και υγείας.
 Ο αριθμός των Ελλήνων, ιδιαίτερα των νέων, που έχουν μεταναστεύσει αυξήθηκε κατά 30% την περίοδο μεταξύ 2010-2012 προκαλώντας διαρροή εγκεφάλων.

Πέτυχε το πρόγραμμα του διακηρυγμένους στόχους τους; Ήταν τα μέτρα αποτελεσματικά;

• Πρώτον, το χρέος έχει εκτιναχθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα, στο 177% του ΑΕΠ
• Δεύτερον, το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας είναι περίπου 25% χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2008. Η ελληνική οικονομία μετά από πέντε χρόνια λιτότητας και ύφεσης έχει εγκλωβιστεί σε παγίδα από-επένδυσης. Αυτό περιορίζει τη δυνατότητα αύξησης της παραγωγικότητας και του δυνητικού προϊόντος.
• Αν υποθέσουμε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτύσσεται με ρυθμό περίπου 2% ετησίως, τότε θα χρειαστεί 13 χρόνια για να επιστρέψει στο μέγεθος που είχε πριν την κρίση.
• Εάν υποθέσουμε ότι η απασχόληση αυξάνει με ρυθμό 1,3 % ετησίως, δηλαδή στο μέσο ρυθμό αύξησης της απασχόλησης στη δεκαετία του 2000, η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει στο επίπεδο της απασχόλησης που είχε πριν την κρίση μέχρι το 2034.
• Το μοναδιαίο κόστος εργασίας μειώθηκε αλλά οι εξαγωγές δεν βελτιώθηκαν: η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από την απότομη πτώση των εισαγωγών.
• Οι μισθοί μειώθηκαν αλλά οι τιμές των εξαγωγών αυξήθηκαν κατά 20% κατά την περίοδο 2009-2013.

Θα ολοκληρώσω κάνοντας δύο παρατηρήσεις

Πρώτον, η μεταρρυθμιστική προσπάθεια στην Ελλάδα μέχρι σήμερα αφορά σε μεγάλο βαθμό την αγορά εργασίας. Με άλλα λόγια, η αιρεσιμότητα δεν εφαρμόστηκε αυστηρά για τη θέσπιση μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να καταπολεμήσουν τη φορο- εισφοροδιαφυγή, τη διαφθορά, το πελατειακό σύστημα, κλπ.

Δεύτερον, προφανώς χρειαζόμαστε ένα νέο πρότυπο πολιτικής που θα επεκτείνεται πέραν των ενεργών πολιτικών της αγοράς εργασίας. Χρειαζόμαστε τη δημιουργία νέων θεσμών και πολιτικών που θα στοχεύουν άμεσα στην ανεργία.

• Ως συνδικαλιστική οργάνωση προωθήσαμε τα προγράμματα για την Εγγυημένη Απασχόληση (Job Guarantee), όπως «ο Εργοδότης ‘Υστατης Καταφυγής» του Ινστιτούτου Λεβί που μπορεί να προσφέρει απασχόληση με πλήρη εργασιακά δικαιώματα, να δημιουργήσει νέα εισοδήματα, φορολογικά έσοδα και να συμβάλει στα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης.

Τέλος, είχαμε αρκετή ευελιξία χωρίς αποδεδειγμένη επίπτωση. Η εμμονή σε νέα μέτρα όπως οι ομαδικές απολύσεις και το λοκ άουτ (που δεν τα ζητούν ούτε οι Έλληνες εργοδότες), προκύπτει ως μια δυσκαμψία, η οποία πρέπει να αποβληθεί από τη λογική και τη νοοτροπία του ΔΝΤ.

Τι πρέπει να γίνει;

• Οι παρούσες δραματικές συνθήκες επιτάσσουν άμεσα τον ανασχεδιασμό της εθνικής στρατηγικής για την ανάπτυξη με άξονα την απασχόληση. Στην Ελλάδα, αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί μέσα στο νομικό πλαίσιο που επιβάλλει η αιρεσιμότητα και η φιλοσοφία του προγράμματος προσαρμογής. Προϋποθέτει μια νέα ατζέντα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής με στόχο την ανάπτυξη για την επίτευξη διατηρήσιμης δημοσιονομικής προσαρμογής.
• Επείγει η αντιμετώπιση της ανεργίας και η δημιουργία θέσεων εργασίας που θα εξασφαλίζουν αφενός αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης συμβάλλοντας αφετέρου στη δημιουργία νέου πλούτου που θα καθιστά διατηρήσιμη τη δημοσιονομική προσαρμογή και βιώσιμα τα συστήματα ασφάλειας και πρόνοιας. Αύξηση της απασχόλησης σημαίνει δικαιότερη διανομή του εισοδήματος.
• Επαναρύθμιση της αγοράς εργασίας με την αποκατάσταση του θεσμικού πλαισίου
• Αποσύνδεση της ανταγωνιστικότητας από τη μείωση των μισθών και του κόστους εργασίας. Διατηρήσιμη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μπορεί να συμβεί μόνο μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας και των παραγωγικών επενδύσεων.
• Κατάργηση/προσαρμογή μέτρων που είχαν αρνητική επίπτωση στην κατανομή του εισοδήματος ή συνέβαλαν στην αποδόμηση του κοινωνικού ιστού της χώρας καταλύοντας την κοινωνική προστασία (σημ. όπως ζητά και ο ΟΗΕ).
• Δικαιότερο, αναπτυξιακό και αποτελεσματικό φορολογικό συστήμα με κίνητρα σε καινοτόμες επιχειρήσεις που θα επενδύουν στην έρευνα αλλά και θα δημιουργούν νέες θέσεις πλήρους απασχόλησης
• Μέτρα κοινωνικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της βαθιάς κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης με προτεραιότητα την προστασία για τις ευπαθείς ομάδες πολιτών.
• Αξιολόγηση του κοινωνικού αντίκτυπου του προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και εκτίμηση των επιπτώσεων στην άσκηση θεμελιωδών ανθρώπινων και κοινωνικών δικαιωμάτων με καθιέρωση ειδικών μηχανισμών παρακολούθησης της εφαρμογής Διεθνών Συμβάσεων.

Ετικέτες

Κοινοποίηση: